Το αδίκημα της συκοφαντικής δυσφήμισης με βάση το νέο νομικό πλαίσιο (Ν. 5090/2024)

MORAL CRIMES AND LOSS OF CHARACTERΤο αδίκημα της συκοφαντικής δυσφήμισης προβλέπεται στο άρθρο 363 του Ποινικού Κώδικα και αφορά περιπτώσεις όπου κάποιος, ενώπιον τρίτου, ισχυρίζεται ή διαδίδει εν γνώσει του ψευδές γεγονός που είναι ικανό να βλάψει την τιμή ή την υπόληψη άλλου προσώπου.

Σύμφωνα με τη νέα διατύπωση του άρθρου, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 54 του Ν. 5090/2024, προβλέπεται ότι:

«Όποιος με οποιονδήποτε τρόπο, ενώπιον τρίτου, ισχυρίζεται ή διαδίδει για κάποιον άλλον εν γνώσει του ψευδές γεγονός που μπορεί να βλάψει την τιμή ή την υπόληψή του, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών (3) μηνών και χρηματική ποινή.
Αν η πράξη τελείται δημόσια ή μέσω διαδικτύου, επιβάλλεται φυλάκιση τουλάχιστον έξι (6) μηνών και χρηματική ποινή.
Στην έννοια του τρίτου δεν περιλαμβάνονται δημόσιοι λειτουργοί ή υπάλληλοι που λαμβάνουν γνώση των ισχυρισμών κατά την άσκηση των καθηκόντων τους στο πλαίσιο πολιτικής, ποινικής ή διοικητικής δίκης.»

Αντικειμενική υπόσταση
Για τη στοιχειοθέτηση της αντικειμενικής υπόστασης του εγκλήματος απαιτείται:
α)  Ισχυρισμός ή διάδοση ενώπιον τρίτου

Πρέπει ο δράστης να διαδώσει ή να ισχυριστεί κάτι ενώπιον τρίτου προσώπου. Ο τρίτος δεν μπορεί να είναι ο ίδιος ο παθών.  Δεν έχει σημασία αν ο τρίτος γνώριζε ήδη το γεγονός· αρκεί να υπάρχει επικοινωνία ή μετάδοση.

📌 Παράδειγμα:
Αν κάποιος αναφέρει σε συναδέλφους ότι ένας εργαζόμενος υπεξαίρεσε χρήματα από την εταιρεία, ενώ γνωρίζει ότι αυτό δεν είναι αληθές, στοιχειοθετείται το αδίκημα.
Αν όμως το αναφέρει μόνο στον ίδιο τον εργαζόμενο («ξέρω ότι έκλεψες»), δεν πρόκειται για δυσφήμιση αλλά ενδεχομένως για εξύβριση.

Η έννοια του «τρίτου» μετά τον Ν. 5090/2024

Για χρόνια υπήρχε νομολογιακή αμφισβήτηση:  Μπορεί να θεωρηθεί «τρίτος» ο δικαστής ή ο εισαγγελέας ενώπιον του οποίου ένας διάδικος προβάλλει ψευδείς ισχυρισμούς;

Ο Ν. 5090/2024 έλυσε οριστικά τη διαφωνία:
Όχι, δεν θεωρούνται τρίτοι οι δικαστικοί λειτουργοί, οι εισαγγελείς, οι γραμματείς, οι ανακριτικοί υπάλληλοι, οι δικαστικοί επιμελητές ή τα πειθαρχικά όργανα, όταν ενεργούν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.

📌 Παράδειγμα:
Αν ο ενάγων σε αστική δίκη ισχυριστεί ψευδώς στο δικόγραφο ότι ο αντίδικος έχει καταδικαστεί για απάτη, ο ισχυρισμός αυτός δεν θεμελιώνει συκοφαντική δυσφήμιση, αφού απευθύνεται σε δικαστή και στο πλαίσιο δίκης.
Αν, όμως, ο ίδιος ισχυρισμός δημοσιευθεί σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης ή σε τρίτους εκτός δίκης, τότε θεμελιώνεται το αδίκημα.

β)  Ψευδές γεγονός ικανό να βλάψει την τιμή ή την υπόληψη

Το γεγονός πρέπει να είναι αντικειμενικά ψευδές και προσβλητικό.
Ως «γεγονός» θεωρείται κάθε συγκεκριμένο περιστατικό που μπορεί να αποδειχθεί αληθές ή ψευδές (π.χ. «τον είδα να παίρνει χρήματα από το ταμείο»). Αντίθετα, γνώμες ή αξιολογικές κρίσεις (π.χ. «είναι ανίκανος στη δουλειά του») δεν αποτελούν γεγονός, επομένως δεν στοιχειοθετούν συκοφαντική δυσφήμιση — ενδέχεται, ωστόσο, να συνιστούν εξύβριση κατά το άρθρο 361 Π.Κ.

📌 Παράδειγμα:
Η φράση «Ο γιατρός αυτός πήρε φακελάκι από ασθενή» — αν είναι ψευδής — συνιστά συκοφαντική δυσφήμιση.
Αντίθετα, η φράση «Ο γιατρός αυτός δεν έχει ήθος» εκφράζει αξιολογική κρίση και δεν αποτελεί αδίκημα αυτού του είδους.

Υποκειμενική υπόσταση

Για να θεωρηθεί τελικά ένοχος ο δράστης θα πρέπει να πληρούνται και τα στοιχεία της υποκειμενικής υπόστασης του εγκλήματος. Δεν αρκεί επομένως ο δράστης να διαδίδει ψευδές γεγονός για τρίτο πρόσωπο. Θα πρέπει να γνωρίζει ότι το γεγονός αυτό είναι ψευδές. Το έγκλημα είναι υπερχειλούς υποκειμενικής υπόστασης απαιτείται άμεσος δόλο που συνίσταται στην ηθελημένη ενέργεια του ισχυρισμού ή της διάδοσης ενώπιον τρίτου, του ψευδούς γεγονότος, εν γνώσει του δράστη ότι αυτό είναι ψευδές και δύναται να βλάψει την τιμή και την υπόληψη του άλλου. 


Έτσι, εάν ο δράστης πίστευε καλόπιστα ότι το γεγονός είναι αληθές, δεν υπάρχει δόλος και επομένως δεν στοιχειοθετείται το αδίκημα.

📌 Παράδειγμα:
Αν κάποιος δημοσιεύσει κάτι που θεωρεί αληθινό βάσει έγκυρης πηγής, αλλά τελικά αποδειχθεί ψευδές, δεν υπάρχει συκοφαντική δυσφήμιση, εκτός αν αποδειχθεί ότι γνώριζε την αναλήθεια.

Ποινική δίωξη και διαδικασία

Η ποινική δίωξη ασκείται μόνο κατόπιν έγκλησης του παθόντος, η οποία πρέπει να υποβληθεί εντός τριών (3) μηνών από τη στιγμή που ο παθών έλαβε γνώση του ψευδούς ισχυρισμού.
Αρμόδιο για την εκδίκαση είναι το Μονομελές Πλημμελειοδικείο του τόπου τέλεσης της πράξης.

Συμπερασματικά με τη νομοθετική παρέμβαση του Ν. 5090/2024, λύθηκε οριστικά ένα χρόνιο ζήτημα στη θεωρία και τη νομολογία σχετικά με το ποιοι θεωρούνται «τρίτοι» στο πλαίσιο της συκοφαντικής δυσφήμισης.  Οι δικαστικοί και πειθαρχικοί λειτουργοί εξαιρούνται πλέον ρητά από την έννοια του τρίτου, ενισχύοντας την ελευθερία των διαδίκων να προβάλλουν τους ισχυρισμούς τους στο πλαίσιο της δίκης χωρίς φόβο ποινικής δίωξης. 

Επιμέλεια κειμένου: Βάσω Αραμπατζή, δικηγόρος, μέλος του Δικηγορικού Γραφείου ΣΥΝΗΓΟΡΙΑ. 

 

Αν επιθυμείτε εξατομικευμένη νομική καθοδήγηση, μπορείτε να επικοινωνήσετε με το γραφείο μας στον αριθμό 2311 245176

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to top